Γιαχ
Ετυμολογία
Ο όρος Γιαχ αποτελεί συντομευμένη μορφή του προσωπικού ονόματος του Θεού, όπως χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή. Αυτή η συντομευμένη μορφή περιλαμβάνει τα δύο πρώτα γράμματα του Τετραγράμματου י (γιόδ) και ה (χε).
Στις Εβραϊκές Γραφές ο όρος Γιαχ εμφανίζεται 50 φορές συνολικά: 26 φορές μεμονωμένος και 24 φορές ως μέρος της έκφρασης «Αλληλούια», η οποία κατά γράμμα αποτελεί προτροπή προς ομάδα ανθρώπων να “αινέσουν τον Γιαχ”. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές (Καινή Διαθήκη) εμφανίζεται τέσσερις φορές μέσα στη φράση «Αλληλούια» (ή «αλληλουιά» στο Κείμενο), στο βιβλίο της Αποκάλυψης. (19:1, 3, 4, 6) Οι μεταφράσεις έχουν αποδώσει αυτή την έκφραση δοξολογίας ως «Αινείτε τον Γιαχ» ή «Αινείτε τον Κύριο».
Χριστιανοί θεολόγοι και λόγιοι αναφέρθηκαν σε αυτή την συντομευμένη μορφή του θεϊκού ονόματος. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, ελληνικές μεταφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης που ήταν διαθέσιμες την εποχή του απέδιδαν τον όρο «αλληλούια» ως «αινείτε τον Ιά», ενώ παρόμοια αναφορά κάνει και ο Θεοδώρητος.
Η μορφή Ιάχ (Γιαχ) αναφέρεται και σε αρχαία αιγυπτιακή θεότητα της σελήνης.
Χρήση του όρου
Στην Αγία Γραφή
Ο μονοσύλλαβος όρος Γιαχ σχετίζεται στην Αγία Γραφή συνήθως με τα βαθύτερα αισθήματα αίνου και εξύμνησης, προσευχής και ικεσίας, και γενικά απαντάται εκεί όπου το θέμα σχετίζεται με χαρά λόγω θριάμβου ή απελευθέρωσης ή όπου γίνεται αναγνώριση της θεϊκής ισχύος.
Άλλες χρήσεις
Στα πρόσφατα χρόνια ο όρος Γιαχ (ή και Τζα ή Τζαχ) χρησιμοποιείται ως όνομα του Θεού από το θρησκευτικό κίνημα των Ρασταφαριανών, οι οποίοι θεωρούν (κάποιοι από αυτούς με μεταφορικό τρόπο) ότι ο Χαιλέ Σελασιέ Α’ της Αιθιοπίας αποτέλεσε ενσάρκωση του Γιαχ (τον αναφέρουν ως «Γιαχ (ή, Τζα) Ρασταφάρι»). Μια άλλη δοξασία αυτού του κινήματος λέγεται «Εγώ και Εγώ» (“I and I”), η οποία αναφέρεται στην ενότητα του Γιαχ (Θεού) με κάθε άνθρωπο, δηλαδή στο ότι ο Θεός βρίσκεται μέσα σε (ή σε ενότητα με) όλους.
Ο διάσημος Ρασταφαριανός τραγουδιστής Μπομπ Μάρλεϊ έκανε συχνά αναφορές στα τραγούδια του στο όνομα του Γιαχ. Για παράδειγμα, τραγούδι του “Is this love” αναφέρει: “I wanna love you and treat you right; I wanna love you every day and every night: We’ll be together with a roof right over our heads; We’ll share the shelter of my single bed; We’ll share the same room, yeah! – for Jah provide the bread” («…διότι ο Γιαχ θα προμηθεύσει το ψωμί»).
Τετραγράμματο
Το Τετραγράμματο στην Φοινικική (υποθετικός, 1100 π.Χ. έως 300 μ.Χ.),
στην Αραμαϊκή (10ος αιώνας π.Χ. έως 1ος αιώνας μ.Χ.)
και με σύγχρονους εβραϊκούς χαρακτήρες.
Οι λόγιοι έχουν κάνει προσπάθειες να ανακατασκευάσουν την προφορά επακριβώς και να εξηγήσουν την ετυμολογία του, άλλα για τους περισσότερους φαίνεται από δύσκολο έως αδύνατο να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα. Το Τετραγράμματο μεταγράφεται ως «Γιαχβέ» (ή Ιαβέ, αγγλ. Jahveh/Yahweh) ή «Ιεχωβά» (ή Ιεοβά, αγγλ.Jehovah/Yehowah).
Ετυμολογία και προφορά
Το Τετραγράμματο στον Ρωμαιοκαθολικό ναό του Σεν Ζερμαίν στο Παρίσι.
Το Τετραγράμματο αποτελείται από τα σύμφωνα ΓΧΒΧ (γιοδ, χε, βαβ, χε) και η παραδοσιακή άποψη είναι ότι αντιστοιχεί σε τύπο του ρήματος χαβάχ (είμαι, γίνομαι, συμβαίνω), δηλαδή της παλαιότερης μορφής του ρήματοςχαγιάχ, στο τρίτο ενικό πρόσωπο.
Η μορφή Γιαχβέ
Σήμερα, η μεταγραφή «Γιαχβέ» θεωρείται ως ορθότερη ανακατασκευή της προφοράς του Τετραγράμματου, αν και θεωρείται από μερίδα επιστημόνων ως μια πλασματική ανακατασκευή που δεν βρίσκει αντίκρισμα στο ιστορικό της εβραϊκής γλώσσας.
Η χρήση του ονόματος “Γιαχβέ”
Λόγω της υπερβολικής ευλαβείας των Ισραηλιτών και κατά παρεξήγησιν του Λευιτικού 24/κδ΄ 16, (το οποίο όμως απαγόρευε τη βλασφημία και όχι την προφορά του ονόματος του Θεού), απέφευγαν να προφέρουν το όνομα «Γιαχβέ». Έτσι με τον καιρό ξεχάστηκε η σωστή προφορά τού ονόματος, καθώς οι Ισραηλίτες δεν είχαν φωνήεντα, αλλά έγραφαν μόνο τα σύμφωνα των λέξεων.
Μετά τον 6ο μ.Χ. αιώνα όμως, οι Μασορίτες (Ιουδαίοι λόγιοι τής εποχής εκείνης), έβαλαν δικά τους φωνήεντα στις εβραϊκές λέξεις. Στο Τετραγράμματο «ΓΧΒΧ», επειδή δεν γνώριζαν τη σωστή προφορά της λέξης «Γιαχβέ», προσέθεσαν αυθαίρετα φωνήεντα από τις λέξεις: «Αδωνάι»(Κύριος) και «Ελοχίμ» (Θεός). Έτσι το τετραγράμματο «ΓΧΒΧ» έγινε: «Ιεχωβά». Πολλοί προτιμούν αυτή τη μορφή, λόγω συνήθειας, και όχι ακρίβειας.
Εκτιμήσεις και χρήση της απόδοσης “Γιαχβέ”
Εβραίοι λόγιοι θεωρούν γενικά ως πιο πιθανή αποκατεστημένη μορφή του Τετραγράμματου τη μορφή «Γιαχβέ». Τονίζουν ότι η συντομευμένη μορφή του ονόματος είναι Γιαχ (Yah ή Jah στην εκλατινισμένη μορφή), όπως στο εδάφιο Ψαλμοί 89:8 και στην έκφραση «Αλληλούια» ή «Αλλελουγιάχ» (που σημαίνει «αινείτε τον Γιαχ». (Ψαλμοί 104:35· 150:1, 6) Επίσης, οι μορφές Ιεχώ, Ιώχ, Ιάχ και Ιαχού, οι οποίες βρίσκονται στον εβραϊκό συλλαβισμό ονομάτων όπως Ιωσαφάτ, Ιεχωσαφάτ και Σεφατίας, μπορούν όλες να παραχθούν τόσο από τη μορφή «Γιαχβέ» όσο και από την μορφή «Ιεχωβά». Οι ελληνικές μεταγραφές του ονόματος από τους πρώτους Χριστιανούς συγγραφείς οδηγούν σε συλλαβισμούς όπως Ιαβέ (I·a·be΄) και Ιαουέ (I·a·ou·e΄). Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι είναι υπέρμαχοι και άλλων μεταγραφικών αποδόσεων, όπως «Ιαχουβά» (Yahuwa), «Ιαχουά» (Yahuah) και «Ιεχουά» (Yehuah). Εντούτοις, ο παραδοσιακός Ιουδαϊσμός διδάσκει ότι η αρχική προφορά του Τετραγράμματου έχει χαθεί.
Και για την μεταγραφή Γιαχβέ υπάρχουν επιφυλάξεις όσον αφορά στο αν είναι πιστή ηχητική αναπαραγωγή τουΤετραγράμματου. Συγκεκριμένα έχει λεχθεί ότι “ενώ πιθανόν να είναι ορθή, δεν υποδεικνύεται συγκεκριμένα στο Μασοριτικό κείμενο” (The International Standard Bible Encyclopedia, τόμ. 2, σελ. 97). Το βιβλίο Practical Christian Theology: Examining the Great Doctrines of the Faith, του Floyd H. Barackman (Kregel Publications, 2001, σελ. 66), αναφέρει: “Οι λόγιοι πιστεύουν ότι το Γιαχβέ (Yahweh ή Jahveh) πλησιάζει περισσότερο στην αρχική προφορά αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο”. Το βιβλίο Ancient Israel, του H.M. Orlinsky (Cornell University Press, 1960, σελ. 33), αναφέρει: “Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι η αρχική προφορά του ΓΧΒΧ ήταν Γιαχβέ. Οι αποδείξεις όμως για αυτή την άποψη δεν είναι καθοριστικές και υπάρχουν πολύ σημαντικές διαφορές ως προς τις απόψεις για το τι σήμαινε αυτός ο όρος αρχικά”.
Η μορφή Ιεχωβά
Μορφολογία
Το όνομα «Ιεχωβά» αποτελεί ελληνική μεταφορά του εβραϊκού Βιβλικού όρου יְהֹוָה, ο οποίος μεταγράφεται επακριβώς ως Γι.εΧ.οΒ.άΧ. Είναι το κατ’ εξοχήν όνομα του Θεού, σε αντιδιαστολή με άλλους περιγραφικούς τίτλους ή επιθετικούς προσδιορισμούς που Του αποδίδονται, όπως «Θεός», «Κύριος», «Παντοδύναμος», κ.α. Εμφανίζεται6.823 φορές στο πρωτότυπο κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ σύμφωνα με το The Anchor Bible Dictionary, υπάρχουν ενδείξεις ότι το θεϊκό όνομα περιεχόταν αρχικά στα πρωτότυπα κείμενα της Καινής Διαθήκης.
Το γεγονός ότι [οι Ιουδαίοι] τώρα ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να προφέρεται το όνομα του Ιεχωβά, σημαίνει ότι δεν ξέρουν τι λένε [...] Αν επιτρέπεται να γραφτεί με πένα και μελάνι, γιατί δεν πρέπει να λέγεται, πράγμα που είναι πολύ καλύτερο από το να γράφεται με πένα και μελάνι; Γιατί δεν λένε επίσης ότι δεν επιτρέπεται να γραφτεί, δεν επιτρέπεται να διαβαστεί ή δεν επιτρέπεται ούτε καν να το σκεφτεί κανείς; Αν λάβουμε υπόψη όλα τα πράγματα, εδώ κάτι δεν πάει καλά.
— Μαρτίνος Λούθηρος.
Νεότεροι πολιτικοί ηγέτες, στοχαστές και επιστήμονες έχουν κάνει χρήση του ονόματος αυτού. Για παράδειγμα, ο δύο φορές Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Μπέντζαμιν Ντιζραέλι αναφέρει στο έργο του Tancred or The New Crusade, μεταξύ άλλων, ότι ο Ιησούς Χριστός «προσευχήθηκε στον Ιεχωβά για να τους συγχωρήσει λόγω της άγνοιάς τους». Το 1947, ο Μοχάντας Γκάντι, σχολιάζοντας στην αραβο-ισραηλινή διένεξη, αναφέρθηκε στους Εβραίους ως «απογόνους του Ιεχωβά». Πολιτικοί στοχαστές και φιλόσοφοι όπως ο Καρλ Μαρξ , ο Μιχαήλ Μπακούνιν, ο Λούντβιχ Φόγιερμπαχ, ο Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν και ο Νικολάι Μπουχάριν χρησιμοποίησαν στα έργα τους το Βιβλικό όνομα του Θεού στη μορφή Ιεχωβά. Επίσης, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν στην αλληλογραφία του αναφερόταν συχνά στον Θεό με το όνομα Ιεχωβά. Μάλιστα, ο Αϊνστάιν μαζί με τον Ρόμπερτ Όπενχαϊμερ συμμετείχαν σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα ονόματι “Project JEHOVAH”. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Μάλκολμ Χ αναφερόταν συχνά στον Ιεχωβά της Βίβλου στους πύρινους λόγους του αναφορικά με τις φυλετικές διακρίσεις.
Ενδεικτική χρήση στην ελληνική και διεθνή γραμματεία
Υπάρχουν ποικίλες αναφορές αυτής της μορφής του ονόματος του Θεού της Αγίας Γραφής στην ελληνική γραμματεία (όπως και στην αγγλική αντίστοιχα). Στη συνέχεια παραθέτονται ενδεικτικά κάποια σύγχρονα έργα λόγου και τέχνης που κάνουν χρήση της συγκεκριμένης μορφής.
Ποίηση και Λογοτεχνία
Ελληνική
- Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα.
- Νίκος Καζαντζάκης, Ο Τελευταίος Πειρασμός.
- Γρηγόριος Ξενόπουλος, Η Ζωή Μου σαν Μυθιστόρημα.
- Εμμανουήλ Ροΐδης, Aθησαύριστα κείμενα.
- Γιώργος Σεφέρης, Άσμα Ασμάτων, Μεταγραφή και Μεταγραφή της Αποκάλυψης.
- Άγγελος Τερζάκης, Θυσία του Αβραάμ (με συλλαβισμό «Γεχωβά»).
Ξένη
- Άλλεν Γκίνσμπεργκ, World Karma.
- Στίβενς Γουάλας, Academic Discourse at Havana.
- Ουμπέρτο Έκο, Το Όνομα του Ρόδου.
- Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Οι Εφτά Θάλασσες.
- Μπαρτολομέους Κρασέλιους, Ιεχωβά, Τώρα θα σε Λατρέψω (Jehovah, Let Me Now Adore Thee).
- Τζακ Λόντον, Ο Θαλασσόλυκος, Η σιδερένια φτέρνα, κ.α.
- Τζον Μίλτον, Ο Χαμένος Παράδεισος και ποιητικά έργα
- Τόμας Μουρ, Το Άσμα της Μαριάμ.
- Ονορέ ντε Μπαλζάκ, Δύο Ποιητές, Σεραφίτα, κ.α.
- Γουίλιαμ Μπλέικ, Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης, κ.α.
- Νταν Μπράουν, Κώδικας Da Vinci.
- Πάμπλο Νερούντα, Κάντο Χενεράλ.
- Βίκτωρ Ουγκώ, Οι Άθλιοι.
- Έντγκαρ Άλλαν Πόε, The Imp Of The Perverse.
- Τζαίημς Τζόυς, Finnegan’s Wake.
Ιστορικά, Φιλοσοφικά και άλλα έργα
- Καρλ Γιουνγκ, όρος της ψυχολογίας «κόμπλεξ του Ιεχωβά».
- Γιόχαν Γκίζελερ, Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικής Ιστορίας, 1857.
- Έντουαρντ Γκίμπον (Εδουάρδος Γίββων), Η Ιστορία της Παρακμής και της Πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, 1776-89.
- Τζορτζ Χέρμπερτ Γουέλς, Επίτομη Παγκόσμια Ιστορία, 1922.
- Νίκος Δήμου, Ασκήσεις ελευθερίας, 2006, εκδόσεις Τυπωθήτω.
- Άλφρεντ Έντερσαϊμ, Ο Ναός–Η Διακονία και οι Υπηρεσίες του, Η Ζωή και η Εποχή του Ιησού του Μεσσία.
- Κορνήλιος Καστοριάδης, Η Αρχαία Ελληνική Δημοκρατία και η Σημασία της για μας Σήμερα, 1986.
- Γιάννης Κορδάτος, Προλεγόμενα στο Ομηρικό Ζήτημα, 1939.
- Φ. Μέγιερ, Αβραάμ, Μωυσής, εκδόσεις Ο Λόγος.
- Ρίτσαρντ Ντόκινς, Η περί Θεού αυταπάτη, 2006.
- Γουίλ Ντουράν, Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού, 1969, στα ελλ. Εκδόσεις Αφοί Συρόπουλοι.
- Ιωάννης Παπασταύρου, Αρχαία Ιστορία.
- Μάριος Πλωρίτης, αρθρογραφία στο Βήμα, 2001-2006.
- Μπέρτραντ Ράσελ, Κείμενα για τη Θρησκεία, Οι Πατέρες.
- Στήβεν Ράνσιμαν, The medieval Manichee: A study of the Christian dualist heresy, 1947.
- Αρθούρος Σοπενχάουερ, Δοκίμια.
- Σίγκμουντ Φρόυντ, Η Σημασία των Φωνηεντικών Ακολουθιών, Η Ερμηνεία των Ονείρων (εκδ. 1925).
- Ντέιβιντ Χιουμ, Η Φυσική Ιστορία της Θρησκείας.
- Ο Κόσμος της Βίβλου, Η Παλαιά Διαθήκη, εκδόσεις Gallimard-Δεληθανάση.
- Τα Ονόματα του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη, εκδόσεις Κ. Κερτσόπουλος (με ορθογραφία «Ιεχοβά»).
- Ιησούς, οι Μαρτυρίες, εκδόσεις Κονιδάρη.
- Το Βιβλίο του Μόρμον, έκδοση Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών.
Τέχνες
Μουσική
- Τζουζέπε Βέρντι, Ναμπούκο.
- Μπιλ Κλίντον, Στην Παρουσία του Ιεχωβά, μουσική συλλογή The Bill Clinton Collection.
- Μοντέστ Μούσοργκσκι, Ιησούς του Ναυή, Η Ήττα του Σενναχειρείμ.
- Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, Καντάτες.
- Ρόμπερτ Σούμαν, Βαλτάσαρ.
- Φραντς Σούμπερτ, Ο Παντοδύναμος.
- Αντρέας Χάμμερσμιτ, 84ος Ψαλμός.
- Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ, Εσθήρ, Αθαλία, Σαμψών, Σολομών.
Κινηματογράφος
- Μόντυ Πάιθον, Ένας Προφήτης μα Τι Προφήτης (Life of Bryan), 1979.
- Ο Ιντιάνα Τζόουνς και Η Τελευταία Σταυροφορία, 1989.
Η μορφή “ΠΙΠΙ”
Η μορφή του τετραγράμματου με τους ελληνικούς χαρακτήρες ΠΙΠΙ, «αποτελεί παλαιογραφική απόδοση του יהוה» την οποία χρησιμοποιούσαν στη θέση του ανέκφραστου τετραγράμματου. Όπως σημειώνει ο Κωνσταντίνος Οικονόμος: «Εντεύθεν αμαθείς τινες της εβραΐδος βλέποντες…τα εβραϊκά ταύτα στοιχεία παρόμοια προς τα ελληνικά ΠΙΠΙ, ανεγίνωσκον την λέξιν πιπί… Ομοιάζουσι δε ταύτα τα γράμματα προς τα του εβραϊκού τετραγραμμάτου…αυτοί δε οι ερμηνείς, οι Ο’, το τετραγράμματον ηρμήνευσαν “Κύριος”».
Το έργο Εις το ΠΙΠΙ, το οποίο παραδοσιακά αποδίδεται στον Ευάγριο Ποντικό (345-399) ενώ κατ’ άλλους ανήκει στον Ωριγένη, αναφέρει: «Δέκα ὀνόμασι παρ΄ Ἑβραίοις ὀνομάζεται ὁ θεός. Ὧν ἓν μὲν Ἀδωναῒ λέγεται, ὅ ἐστιν κύριος, ἕτερον δὲ Ἰά, ὃ αὐτὸ ἐν τῷ ἑλληνικῷ εἰς τὸ κύριος μετελήφθη. Ἕτερον δέ τι παρὰ ταῦτά ἐστι, τὸ τετραγράμματον, ἀνεκφώνητον ὂν παρ΄ Ἑβραίοις, ὃ καταχρηστικῶς παρὰ μὲν αὐτοῖς Ἀδωναῒ καλεῖται, παρὰ δὲ ἡμῖν κύριος. Τοῦτο δὲ φασὶν ἐπὶ τῷ πετάλῳ τῷ χρυσῷ τῷ ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ ἀρχιερέως γεγράφθαι κατὰ τὸ ἐν τῷ νόμῳ εἰρημένον “ἐκτύπωμα σφραγῖδος ἁγίασμα κυρίῳ πιπι“. Τὰ δὲ λοιπὰ ὀνόματά ἐστιν ταῦτα• ῎Ηλ, Ἐλωείμ, Ἀδών, Σαβαώθ, Σαδδαΐ, Αἰϊὲ ἐσεριὲ καὶ τὰ προγεγραμμένα τρία, ὧν ἐστὶν τὸ τετραγράμματον, τούτοις γραφόμενον τοῖς στοιχείοις ἰὼθ י, ἣ, οὐαὺ ו, ἤθ ה. πιπι ὁ θεός. Τὸ ἐπὶ τοῦ κυρίου ταττόμενον ἀνεκφώνητον ὄνομα διὰ τεσσάρων γράφεται στοιχείων, διὰ τοῦ ἰώθ, διὰ τοῦ ἣ ה, διὰ τοῦ οὐὰβ καὶ διὰ τοῦ ἤθ ה. Τούτων μέσον παρεντεθὲν μετὰ τὰ πρῶτα δύο παρ΄ Ἑβραίοις στοιχεῖον καλούμενον σέν, ὅ ἐστιν ὀδόντες, ὡς εἶναι τὸν εἱρμὸν τῶν πέντε γραμμάτων οὕτως• ἀρχὴ αὕτη, ὀδόντες ἐν αὐτῇ ὁ ζῶν. Ἑρμηνεύεται τὰ τέσσαρα στοιχεῖα, τὸ ἰὼθ ἀρχή, καὶ διὰ τοῦ ἣ ה αὕτη, καὶ διὰ τοῦ οὐαὺ ἐν αὐτῇ καὶ διὰ τοῦ ἢθ ὁ ζῶν». «Με δέκα ονόματα από τους Εβραίους ονομάζεται ο Θεός: Αφενός από κάποιους λέγεται Αδωναῒ, που είναι το Κύριος, άλλο είναι το Ιά, που αυτό στην ελληνική γλώσσα άλλαξε στο Κύριος. Κάτι άλλο πάλι εκτός από αυτά είναι το τετραγράμματο, που δεν προφέρεται από τους Εβραίους, το οποίο καταχρηστικώς καλείται από αυτούς Αδωναῒ, και από εμάς Κύριος. Και αυτό λένε πως ήταν γραμμένο πάνω στο χρυσό πέταλο που υπήρχε πάνω στο μέτωπο του αρχιερέα σύμφωνα με αυτό που είχε ειπωθεί στο Νόμο «αποτύπωμα σφραγίδας αγίασμα στον Κύριο, πιπι’“. Και τα υπόλοιπα ονόματα είναι αυτά: Ηλ, Ελωείμ, Αδών, Σαβαώθ, Σαδδαΐ, Αἰϊὲ ἐσεριὲ και αυτά τα τρία που έχουμε γράψει προηγουμένως, τα οποία είναι το τετραγράμματο, που γράφεται με τα γράμματα ιώθ, χε, ουάβ, ήθ. ΠΙΠΙ, ο Θεός. Το όνομα που τίθεται στον Κύριο και δεν εκφωνείται γράφεται με τέσσερα στοιχεία: με το ιώθ, με χε, με το ουάβ και με το ηθ ה. Στο μέσο αυτών παρεντίθεται μετά τα πρώτα δύο γράμματα ένα γράμμα από τους Εβραίους που καλείται σεν, που σημαίνει «δόντια», έτσι όπως είναι η λογική σειρά του λόγου των πέντε γραμμάτων: Αυτή είναι η αρχή, δόντια, μέσα σε αυτή, ο ζωντανός. Τα τέσσερα στοιχεία ερμηνεύονται, το ιώθ ως αρχή, και με το χε αυτή, και με το ουάβ μέσα σε αυτή και με ήθ ο ζωντανός».
Θεολογική σημασία
Στον Χριστιανισμό
Ορθόδοξη Εκκλησία
Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί ότι το τετραγράμματο, σε κάθε μορφή (Γιαχβέ ή Ιεχωβά), αποτελεί αναφορά στον ένα, Τριαδικό Θεό που αποδίδεται στην επιστολή της εν Νικαία συνόδου κατά Αρείου και των συν αυτώ ως Θεός ή ωςΚύριος.
Σύμφωνα με τον 1ο Κανόνα της B’ Οικουμενικής Συνόδου, η Ορθόδοξη Εκκλησία αποδέχεται ότι:
- “Ώρισαν οι εν Κωνσταντινούπολει συνελθόντες άγιοι Πατέρες, μη αθετείσθαι την πίστιν των Πατέρων των τριακοσίων δέκα οκτώ, των εν Νικαία της Βιθυνίας συνελθόντων άλλα μένειν εκείνην κυρίαν, και αναθεματισθήναι πάσαν αίρεσιν…”.
Με βάση αυτόν τον Δογματικό όρο των 318 πατέρων στη Νίκαια
“Τον Θεόν ομολογούμεν Πατέρα και τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα…τω Αδάμ, τω Νώε, τω Αβραάμ, τω Ισαάκ, τω Ιακώβ, Σαμουήλ τε και Δαυίδ, Ηλίου και Ελισσαίω· και τοις λοιποίς άπαξ προφήταις· Θεόν αυτόν όντα της Καινής και Παλαιάς Διαθήκης.”
Ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι πρόσωπα του ενός Κυρίου Θεού, του ενός Γιαχβέ/Ιεχωβά. Όπως οΠατέρας είναι Θεός, ο Υιός είναι Θεός, το Πνεύμα είναι Θεός, όχι όμως τρεις θεοί, έτσι και ο Πατέρας είναι Γιαχβέ/Ιεχωβά, και ο Υιός είναι Γιαχβέ/Ιεχωβά, και το Άγιο Πνεύμα είναι Γιαχβέ/Ιεχωβά, όχι όμως τρεις Γιαχβέ/Ιεχωβά, αλλά Ένας. Για τους Ορθοδόξους, “ο Ιησούς Χριστός της Καινής Διαθήκης είναι αυτός ούτος ο Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης”, “η κατά κυριολεξίαν ενσάρκωση του Γιαχβέ” ή “ακριβέστερον ειπείν, ο Ιησούς Χριστός είνε ο Γιαχβέ Υιός,δηλ. “ο Χριστός είναι Γιαχβέ και αυτός, ως ο Πατήρ του”. Σύμφωνα με τους Πατέρες, στο συμβάν της βιβλικής διήγησης όπου το όνομα αυτό απεκάλυψε ο ίδιος ο Θεός στον Μωυσή κατά τη θεοφάνεια της φλεγόμενης βάτου,“όσα λέει ο Θεός τα λέει διαμέσου του Λόγου του, του άσαρκου Υιού”[. Σύμφωνα με τον Μ. Αθανάσιο, "υπόστασις μία εστιν η λέγουσα «εγώ ειμί ο ων»" και έτσι, ο Θεός που μιλά στο θαύμα της καιομένης βάτου είναι ο Υιός, ο άσαρκος Χριστός ή αλλιώς ο Γιαχβέ-Λόγος.
Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι για την Ορθόδοξη Εκκλησία, ως Αγία Τριάδα ορίζεται ο Θεός του Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, ο Θεός της Καινής και Παλαιάς Διαθήκης που δεν είναι άλλος από τον Γιαχβέ/Ιεχωβά. Τα ονόματα αυτά εκφράζουν τον ένα Θεό στην ουσία του, επειδή τα ονόματα του Θεού είναι δηλωτικά ιδιοτήτων της θείας ουσίας, και η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί ότι η επίκληση του Θεού πρέπει να γίνεται με βάση την παράδοση της Καινής Διαθήκης και την Ορθόδοξη Πατερική ερμηνεία. Κατά συνέπεια, δεν θεωρεί υποχρεωτική τη χρήση του εβραϊκού ονόματος του Θεού, ούτε ότι συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με τη σωτηρία του πιστού.
Χρήση του Γιαχβέ/Ιεχωβά στην Καινή Διαθήκη και στους Πατέρες της Εκκλησίας
Ειδικότερα το όνομα Γιαχβέ/Ιεχωβά, ούτε από την Καινή Διαθήκη παραδίδεται, ούτε από την Πατερική ερμηνεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Κάθε φορά που υπάρχει λόγος, γίνεται χρήση της ελληνικής απόδοσης Ο Ων ή Κύριος, όπως φαίνεται από τα σχόλια των Πατέρων επάνω στο γνωστό εδάφιο της "αποκάλυψης του θείου ονόματος", Εξ. 3:14:
- "Ο Ων δε εξαπέσταλκέν με, φησίν ο Μωυσής" (Κλήμ. Αλεξ., Στρωμ. 1.25.166)
- "Είπε γαρ κύριος προς Μωσήν· Ο Ων τούτο μοι εστίν το όνομα." (Ωριγένους, Εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, 2.13.95)
- "Όταν γουν λέγη· Εγώ ειμί ο Ων, και το Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός, και όπου ποτέ λέγει η γραφή ο Θεός, ημείς αναγινώσκοντες ουδέν έτερον ή αυτήν την άκατάληπτον αυτού ουσίαν." (Μ. Αθανασίου, Επιστολή περί της εν Νικαία συνόδου, 26.3)
- "Δια τι μη είπεν, Εν μορφή Θεού γενόμενος, αλλ' Υπάρχων; Ίσον εστί τούτο του ειπείν, Εγώ ειμί ο Ων." (Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εις την Προς Φιλιππησίους, 62.223)
κατά τον ίδιο τρόπο, σημαντικά πρόσωπα της Εκκλησιαστικής παράδοσης όπως ο Κλήμης Αλεξανρείας, ο Ωριγένης, ο Ευσέβιος Παμφίλου, ο Επιφάνιος Επίσκοπος Σαλαμίνος και ο Θεοδώρητος Κύρου, παραδίδουν τις μέχρι σήμερα ακολουθούμενες αποδόσεις του τετραγράμματου στα ελληνικά ως εξής:
- Ιαουέ ως "ο Ων και ο εσόμενος" (Κλήμ. Στρωματ. 5.6.34)
- Ιαή ως Κύριος (Ωριγ. Εις Ψαλμούς, 12.1104)
- Ια και Ιαώ "επώνυμα εστί του ενός και αυτού Θεού" (Ωριγ. Κατά Κέλσ. 6.32)
- Ια ως Κύριος (Ευσεβ., Εις τους Ψαλμούς, 24.65)
- Ια ως Κύριος (Επιφ., Κατά Αιρέσ. 2.86)
- Ιαβέ ως "ος ην και εστίν ο αεί Ων" (Επιφ., Κατά Αιρέσ. 2.86)
- Ια ως Κύριος (Θεοδώρ., Εις τους Ψαλμούς, 80.1980)
- Ιαβέ ως ο Ων (Θεοδώρ., Ερωτήσεις εις τη Γένεσιν, 112.11-18)
Και στην Κ.Δ. όμως, είναι ενδεικτική η περίπτωση απόδοσης εδαφίων με ελληνικές λέξεις, εδάφια που στην Π.Δ. περιέχουν την λεγόμενη αποκάλυψη του ονόματος:
- "Θεός του Αβραάμ, Θεός του Ισαάκ, Θεός του Ιακώβ (Μαρκ. 12:26, Λουκ. 20:37). Με το Θεός αποδίδει ο Μάρκος και ο Λουκάς τις παραθέσεις από το Εξ. 3:15.
Γενικά, στην Κ.Δ. εκτός από λίγες περιπτώσεις, απουσιάζουν οι περισσότερες παλαιοδιαθηκικές προσφωνήσεις του Θεού και αντί αυτών συναντώνται οι εξής:
- Επτά αναφορές με το "Κύριος ο Θεός σου" (Ματθ. 4:7.10, 22:37, Μαρκ. 12:30, Λουκ. 4:8.12, 10:27).
- 300 περίπου αναφορές με την ελληνική λέξη "Θεός", στα τέσσερα ευαγγέλια.
- Άλλες 275 φορές, έχουμε τη χρήση του Πατήρ-Πατρός (που για την Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελεί αναφορά στο Πρώτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας).
- Οι περισσότερες αναφορές στο βιβλίο των Πράξεων γίνονται με το "Θεός" (163 φορές) και με το "Κύριος" (103 φορές) αν και υπάρχουν μερικές αναφορές που θυμίζουν την Π.Δ. όπως "Κύριος του ουρανού και της γης"(17:24), "Κύριος όλων" (10:36), "Θεός Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ" (3:13, 7:32), "Θεός των πατέρων ημών"(3:13, 5:30, 22:14, 24:14) και "Θεός της δόξης" (7:2).
- Στις επιστολές της Κ.Δ. οι αναφορές στον Θεό ποικίλουν. Γίνεται χρήση του "Αββά" (Ρωμ. 8:15), "Κτίστης" (Α' Πετρ. 4:5), "Πατήρ της δόξης" (Εφεσ. 1:17), "Πατήρ των φώτων" (Ιακ. 1:7), "Πατήρ των Οικτιρμών" (Β' Κορ. 1:3), "Νομοθέτης" (Ιακ. 4:2), "Θεός ο αόρατος" (Κολ 1:15), "Θεός Σωτήρας" (Α' Τιμ 1:1) κ.ά.
- Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, ο Θεός περιγράφεται ως "ο ών καί ο ήν καί ο ερχόμενος" (1:4), "Κύριος ό Θεός ο Παντοκράτωρ" (4:8), "Θεός ζων" (7:2), "Θεός του ουρανού" (11:13) κ.ά.
Απουσιάζει έτσι η επίκληση του ονόματος Γιαχβέ/Ιεχωβά από την Καινή Διαθήκη.
Το πλήθος των θείων ονομάτων
Κάτι που εξαρχής γίνεται αντιληπτό στον μελετητή της Παλαιάς Διαθήκης είναι η πολλαπλότητα των ονομάτων του Θεού, τα οποία ο ίδιος χαρακτηρίζει έτσι, ενώ η χρήση προσωπικών αντωνυμιών διευκρινίζει ότι πρόκειται πράγματι περί θείων ονομάτων.
Για παράδειγμα, στο Εξ. 6:2-3, ένα από τα εδάφια που συντελείται η αποκάλυψη του ονόματος του Θεού, συναντάμε τρία ονόματα: Γιαχβέ, Θεός και Παντοδύναμος.
Και βέβαια αυτά δεν είναι τα μόνα ονόματα:
- "ο γάρ Κύριος ο Θεός ζηλωτόν όνομα, Θεός ζηλωτής εστί" (Εξ. 34:14)
Στο χωρίο αυτό, κατά δήλωση του Θεού, το όνομά του είναι "ζηλότυπος" (δηλ., σύμφωνα με την Πατερική ερμηνεία, δεν αποδέχεται τη λατρεία άλλων θεών).
- "Αλλά συ, Κύριε, πατήρ ημών ρύσαι ημάς απ' αρχής το όνομα σου έφ' ημάς εστί (Ησ. 63:16)
Εδώ το όνομα του θεού δηλώνεται ως "Λυτρωτής μας" («ρύσαι ημάς»).
- "Τάδε λέγει Κύριος o Ύψιστος, ο εν υψηλοίς κατοικών τον αιώνα, άγιος εν άγίοις όνομα αυτώ" (Ησ. 57:15)
Σύμφωνα με το κείμενο, το όνομα του Θεού είναι "Άγιος".
Επίσης:
- Στο Ψαλμ. 16:2 ο Θεός καλείται Αδωνάι, δηλ. Κύριος.
- Στο Ψαλμ. 132:2 ο Θεός καλείται Αβίρ, δηλ. Ισχυρός
- Στο εδάφιο Νεεμ. 10:29 ο Θεός καλείται ως Έλωχίμ (Θεός ή Θεοί)
- Στο εδάφιο Αμώς 5:16 τα ονόματα του Θεού είναι πολλά: Ελωχίμ, Γιαχβέ, Αδωνάι,
- Εξίσου πολλά εμφανίζονται και στο Ησ. 47:4 (και παρ' όλ' αυτά το κείμενο γράφει σε ενικό αριθμό Όνομα):Λυτρωτής, Κύριος των δυνάμεων, Άγιος του Ισραήλ (Γκοέλ, Γιαχβέ, Σαβαώθ, Καδώς).
- Επίσης, στον Αβραάμ ο θεός έγινε γνωστός με το όνομα Θεός Παντοκράτωρ ή Ελ Σαντάγι (Γεν. 17:1) όπως και στον Ιακώβ (Γεν. 35:11).
Αποφυγή εντεταλμένης χρήσης εβραϊκών ονομάτων στην Καινή Διαθήκη
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση όπου ο Ιησούς στα τελευταία λόγια του επάνω στο Σταυρό, ενώ επικαλείται τον Θεό, τον προσφωνεί όχι Γιαχβέ/Ιεχωβά, αλλά "Ελωί" (στα αραμαϊκά): "Ελωί, Ελωί, λαμά, σαβαχθανί" (Μαρκ. 15:34).
Το ίδιο μας παραδίδει και ο Ματθαίος, δηλ. μια επίκληση στον Θεό όχι με το Γιαχβέ/Ιεχωβά αλλά με το εβραϊκό "Ηλί":"Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί" (Ματθ. 27:46).
Έτσι, σε δύο περιπτώσεις επίκλησης του θεού στα εβραϊκά που έχουν διατηρηθεί στην Κ.Δ. δεν περιέχεται το Γιαχβέ/Ιεχωβά αφαιρώντας έτσι την όποια σπουδαιότητα του τετραγράμματου. Επιπλέον όμως, και οι δύο ευαγγελιστές, σπεύδουν να μεταφράσουν στα ελληνικά την προσφώνηση "Ελωί" και "Ηλί", κάνοντας έτσι φανερό ότι η επίκληση του Θεού στα εβραϊκά δεν αποτελεί κάποιου είδους εντολή για τους Χριστιανούς ή έστω, δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαιτερότητα για τους πιστούς η χρήση του στα εβραϊκά.
Επίσης, η χρήση του Αλληλούια (Hallelu-Yah = Αινείτε τον Γιαχ[βέ]) που συναντάμε μόνο στα εδάφια Αποκ. 19:1.3.4.6 δεν προτρέπει σε κάποια χρήση του εβραϊκού ονόματος, αλλά αποτελεί μορφή λατρευτικού αίνου όπως φαίνεται από το εδάφιο Αποκ. 19:5 που κάνει χρήση της μορφής αυτής στα ελληνικά, και μάλιστα χωρίς διάκριση, ανάμεσα στα εδάφια που χρησιμοποιούν την εβραϊκή λέξη:
- “Καί φωνή από τού θρόνου εξήλθε λέγουσα· αινείτε τον Θεόν ημών“
Σε εφαρμογή αυτού του λατρευτικού αίνου, η Ορθόδοξη Εκκλησία χρησιμοποιεί τις εκφράσεις Αλληλούια, Αινείτε το θεό ή Δόξα σοι ο θεός εφόσον ούτε και η Κ.Δ. δεν παρουσιάζει κάποια εμμονή στη χρήση της εβραϊκής λέξης και την παραδίδει και μεταφρασμένη.
Σε μια παρόμοια περίπτωση με τις δύο προηγούμενες, ο Απ. Παύλος παραδίδει στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή του, ευχή της παλαιστινής κοινότητας από τις λατρευτικές της συνάξεις. Πρόκειται για το “Μαραναθά” (Α’ Κορ. 16:22) το οποίο σημαίνει “Έρχου, Κύριε” ή “ο Κύριος έρχεται”. Και αυτό όμως, σε άλλο σημείο της Κ.Δ. αποδίδεται στα ελληνικά όπως στο Αποκ. 22:20: “ναί έρχου, Κύριε Ιησού”.
Το ίδιο εφαρμόζει και ο Μάρκος όταν μας παραδίδει λόγιο του Ιησού που αποτελεί παράθεση από το Δευτερονόμιο:
- “άκουε, Ισραήλ, Κύριος (τετραγράμματο στο εβρ.) ο Θεός ημών, Κύριος (τετραγράμματο στο εβρ.) είς εστι· αγαπήσεις Κύριον (τετραγράμματο στο εβρ.) τόν Θεόν σου εξ όλης τής καρδίας σου καί εξ όλης τής ψυχής σου καί εξ όλης τής διανοίας σου καί εξ όλης τής ισχύος σου.” (Μαρκ. 12:29-30)
Στο Δευτερονόμιο (6:4-5), τα εδάφια αυτά περιέχουν τρεις φορές το τετραγράμματο (όπως σημειώνεται στις παρενθέσεις) παρ’ όλ’ αυτά όμως, η απόδοση στην Κ.Δ. γίνεται με το ελληνικό “Κύριος”. Το ίδιο συμβαίνει και στην Πατερική παράδοση από τα πρώτα χρόνια της αρχαίας εκκλησίας:
- “αγαπήσεις γαρ Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν” (Ιγνατίου,Επιστολή προς Σμυρναίους, 6.2 (περ. 110 μ.Χ.))
“Πάς γάρ ος αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται” (Ρωμ. 10:13)
Στην Προς Φιλιππησίους επιστολή (2:5-10), φανερώνεται πως το όνομα που βρίσκεται πάνω από κάθε άλλο, είναι πλέον το όνομα του “Κυρίου” και του “Θεού”, Ιησού Χριστού:
- Να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός
- ο οποίος, αν και ήταν θεός, δε θεώρησε την ισότητα του με το θεό αποτέλεσμα αρπαγής,
- αλλά τα απαρνήθηκε όλα, πήρε μορφή δούλου κι έγινε άνθρωπος -και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού.
- Γι’ αυτό και ο θεός τον ανέβασε πολύ ψηλά και του χάρισε το όνομα που είναι πάνω απ’ όλα τα ονόματα.
- Έτσι, στο όνομα του Ιησού όλα τα επουράνια, τα επίγεια και τα υποχθόνια θα προσκυνήσουν,
- και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται έτσι ο θεός
- Πατέρας.
Πλέον, η Καινή Διαθήκη έκανε γνωστό στον άνθρωπο ότι ο “Κύριος” (τετραγράμματο στο εβρ.) και ο “Θεός” είναι ο Χριστός, και το δικό του όνομα και κανένα άλλο, είναι αυτό που οι Χριστιανοί (όπως είναι πλέον το όνομα των πιστών) οφείλουν να επικαλούνται για τη σωτηρία τους.
Το όνομα του Ιησού Χριστού είναι ο πλούτος της Εκκλησίας, η καθημερινή και αδιάκοπη ενασχόληση των πιστών, ενώ υπέρτατη χαρά για τους Χριστιανούς είναι να “καταξιώνονται ατιμασθήναι” (Πράξ. 5:41) και “αποθανείν…υπέρ του ονόματος του Κυρίου Ιησού” (Πράξ. 21:13).
Στον Ιουδαϊσμό
Σύμφωνα με τον Ιουδαϊσμό, το τετραγράμματο יהוה είναι «το ξεχωριστό προσωπικό όνομα του Θεού του Ισραήλ», κατέχει δηλαδή τη «διακεκριμένη λειτουργία ως ο προσδιορισμός του Θεού του Ισραήλ». «Ο Θεός έδωσε στον λαό Ισραήλ ένα εξαιρετικό προνόμιο: τους αποκάλυψε το προσωπικό του όνομα»· αποτελούσε προνόμιο καθώς με αυτό τον τρόπο «δεν λάτρευαν μια ανώνυμη και απόμακρη θεότητα», αλλά έναν «προσωπικό μάλλον παρά υπερβατικό Θεό». Αυτή η γνώση μεταδιδόταν μέσω της εκπαίδευσης στα παιδιά τους. Η προφορά του Τετραγραμμάτου άρχισε να θεωρείται ταμπού πιθανώς από τον 2ο αιώνα ΠΚΧ και κατά συνέπεια οι Ορθόδοξοι Ιουδαίοι το αντικαθιστούν κατά την ανάγνωση των Γραφών με τον τίτλο Αδωνάι (Κύριος) και στην καθημερινή ομιλία με τη λέξη χαΣέμ, που σημαίνει «το Όνομα». Οι υπέρμαχοι της γλωσσικής καθαρότητας δεν κάνουν καμία απόπειρα ανακατασκευής του ονόματος και γράφουν απλώς τα τέσσερα σύμφωνα (JHVH/YHVH) ενώ άλλοι λόγιοι το αποδίδουν είτε Γιαχβέ (Jahveh/Yahveh) είτε με την πιο διαδεδομένη ως σήμερα μεταγραφή Ιεχωβά (Jehovah).
Όσον αφορά στο καθένα από τα ονόματα που αποδίδονται στον Θεό, η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει ότι «είναι περισσότερα πράγματα από έναν απλό διακριτικό τίτλο. Αντιπροσωπεύει την εβραϊκή αντίληψη της θεϊκής φύσης ή χαρακτήρα, και της σχέσης του Θεού με το λαό Του. Αντιπροσωπεύει τη Θεότητα όπως αυτή είναι γνωστή στους λάτρεις της και όλα τα χαρακτηριστικά που φέρει ως προς εκείνους και τα οποία αποκαλύπτονται σε εκείνους μέσω της δράσης της για λογαριασμό τους».
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία
Για τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία το Τετραγράμματο θεωρείται «αυτο-ονοματοδοσία του Θεού», του “αληθινού Θεού”. Η αποκάλυψη του ονόματος του Θεού προς τον άνθρωπο σημαίνει ότι ο Θεός «κάνει τον εαυτό του κλητό» που ως αποτέλεσμα «παράγει σχέση» ανάμεσα σε Αυτόν και στον άνθρωπο. Επίσης, το Τετραγράμματο αποτελεί περιγραφή της φύσης του Θεού. Η φύση του αυτή, όπως αναφέρει και η Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, χαρακτηρίζεται καλύτερα από την Ύπαρξη (Being). Οι λέξεις Γιαχβέ/Ιεχωβά αναφέρονται σαφώς και στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας που σύμφωνα με τη φύση τους είναι “το Άλφα και το Ωμέγα, η αρχή και το τέλος, ο Ων και ο Ην και ο Ερχόμενος, ο Παντοκράτωρ” (Αποκάλυψη 1:8)
Προτεσταντισμός
Οι Προτεστάντες είναι της άποψης ότι το Γιαχβέ/Ιεχωβά αναφέρεται και στα τρία πρόσωπα της θεότητας. Ο Ιερώνυμος Ζάνχιος (Jerome Zanchius), Ιταλός κληρικός της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης, στο έργο του “Ομολογία της Χριστιανικής Θρησκείας” (De Religione Christiana Fides) (1585), αναφέρει: “Περί του ενός αληθινού Θεού, αιώνιου Πατέρα, Γιου, και Αγίου Πνεύματος. Έτος 1572. 1. Υπάρχει ένας μόνο Ιεχωβά, Δημιουργός του ουρανού και της γης, και Θεός του Ισραήλ. 2. Και αυτός ο Θεός, αν και είναι ο ένας μοναδικός Ιεχωβά, εντούτοις δεν είναι Αυτός ένας, παρά μόνο Ελοχίμ, το πλήθος και τα ονόματα του οποίου ο Γιος του Θεού φανέρωσε εν σαρκί, ξεκάθαρα και ολοφάνερα τα αποκάλυψε σε εμάς, χωρίς καμία αμφιβολία, ότι είναι συγκεκριμένα ο αιώνιος Πατέρας, ο αιώνιος Γιος, και το αιώνιο Άγιο Πνεύμα. 3. Επιπλέον αυτοί οι τρεις Ελοχίμ είναι πραγματικές οντότητες, και είναι αδιαίρετες, ζώσες, με κατανόηση και θέλημα· και συνεπώς (όπως η εκκλησία συνήθιζε να αναφέρει) πραγματικά πρόσωπα. 4. Και ο Πατέρας, ο Γιος, και το Άγιο Πνεύμα είναι τόσο ξεχωριστά [πρόσωπα] μεταξύ τους, καθώς το ένα δεν είναι το ίδιο με το άλλο. 5. Εντούτοις το κάθε [πρόσωπο] είναι ο αληθινός Ιεχωβά. 6. Εντούτοις δεν υπάρχουν συνεπώς πολλοί Ιεχωβά, αλλά μόνο ένας Ιεχωβά.”
Κάποιοι Προτεστάντες αναφέρουν ότι αυτό το όνομα εμπεριέχει κάποιες μεταφυσικές ιδέες όπως η ανεξαρτησία του Θεού, η απόλυτη σταθερότητά του, η πιστότητα στις υποσχέσεις του και η αμεταβλησία στα σχέδιά του. (Driver, “Hebrew Tenses”, 1892, p. 17).
Μάρτυρες του Ιεχωβά
Σύμφωνα με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, η Αγία Γραφή φανερώνει ότι «ο Θεός έδωσε στον εαυτό του ένα όνομα γεμάτο νόημα», το οποίο «σημαίνει ότι ο Θεός μπορεί να εκπληρώσει οποιαδήποτε υπόσχεση δίνει και ότι μπορεί να πραγματοποιήσει οποιονδήποτε σκοπό έχει στο νου του». Ο Ιεχωβά είναι ο Παντοδύναμος Θεός και Πατέρας του Ιησού Χριστού, ο οποίος αποκάλυψε το προσωπικό του όνομα «Ιεχωβά» μέσα στο λόγο Του την Αγία Γραφή. Η χρήση του προσωπικού ονόματος του Θεού απαιτείται για να μπορέσει να οικοδομήσει ένας άνθρωπος προσωπική σχέση με τον Θεό και τελικά να σωθεί. (Πράξεις 2:21)
Άλλες ομάδες
- Η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών αποδίδει το Τετραγράμματο ως “Ιεχωβά”, ενώ ταυτίζει το πρόσωπο “Ιεχωβά” με τον Ιησού Χριστό και αποκαλεί τον Θεό Πατέρα με το όνομα Ελοχίμ.
- Οι Ροδόσταυροι του τάγματος AMORC θεωρούν ότι το Τετραγράμματο περιγράφει το σύμβολο της Τριάδας μέσα σ’ ένα κύκλο, και το αποκαλούν «το σύμβολο της δημιουργίας».
Ιστορική αναδρομή της χρήσης
Από την αρχή μέχρι και τη βαβυλωνιακή εξορία
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, οι πρωτόπλαστοι γνώριζαν και χρησιμοποιούσαν το Θεϊκό Όνομα. Το βιβλικό υπόμνημα καταγράφει ότι γενικά στον προκατακλυσμιαίο κόσμο γινόταν χρήση του Ονόματος . Κατά την περίοδο των πατριαρχών, λίγο μετά δηλ. το 1900 π.Χ., ο Αβραάμ ονομάτισε έναν ιερό τόπο “Ιεοβά-ιρέ”, που σημαίνει “Ο Ιεοβά θα δει”. Γύρω στα τετρακόσια χρόνια μετά λέγεται ότι ο Θεός είπε στον Μωυσή: “Αποκαλύφθηκα στον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ ως Θεός Παντοκράτορας· και δεν τους επέτρεψα να Με γνωρίσουν με το όνομά Μου ΓΧΒΧ” .
Αυτό το εδάφιο αποτελεί για πολλούς απόδειξη ότι για πρώτη φορά το όνομα του Θεού αποκαλύφθηκε στον Μωυσή, και δικαιολογούν τις προηγούμενες περιπτώσεις αναφοράς του Ονόματος στο βιβλίο της Γένεσης ως αναχρονισμούς του Μωυσή. Άλλοι πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο δεν εξηγεί ικανοποιητικά τις ανωτέρω περιπτώσεις χρήσεις του ονόματος και, συνυπολογίζοντας το λεξιλόγιο και τη σύνταξη του εν λόγω εδαφίου, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η άγνοια του ονόματος του Θεού πριν από την εποχή του Μωυσή δεν αφορούσε τη λέξη καθαυτή αλλά το ότι δεν γνώρισαν στην πράξη τι σημαίνει το Όνομα, πώς αυτό αποτελεί εγγύηση για την εκπλήρωση των υποσχέσεων του Θεού.
Ορισμένοι ορθολογιστές επιστήμονες έχουν μια πολύ διαφορετική άποψη για τα γεγονότα, υποστηρίζοντας ότι το Τετραγράμματο μπορεί να προέρχεται από ονόματα τοπικών θεοτήτων της Παλαιστίνης και ότι ενσωματώθηκε στη λατρεία των Εβραίων από την εποχή που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή. Σε γενικές γραμμές, πάντως, το όλο ζήτημα είναι δύσκολο να αναλυθεί επιστημονικά λόγω του ότι σχετίζεται με μια πολύ μακρινή για εμάς περίοδο.
Όπως και αν έχουν τα πράγματα για την προϊστορία του Τετραγράμματου, είναι γεγονός ότι, από την εποχή που οι Ισραηλίτες οργανώθηκαν ως έθνος, η χρήση του τόσο στη λατρεία όσο και στον καθημερινό λόγο ήταν συχνή. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Τετραγράμματο είναι ο πιο συχνός προσδιορισμός του Θεού στις Εβραϊκές Γραφές· στην πραγματικότητα περιλαμβάνεται στις λέξεις με τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης στο κείμενο, απαντώντας σύμφωνα με το Μασοριτικό Κείμενο 6.823 φορές. Είναι επίσης ενδεικτικό ότι το Θεϊκό Όνομα χρησιμοποιούταν στους χαιρετισμούς των Ισραηλιτών και στην ονοματοδοσία τους. Για παράδειγμα, στην εβραϊκή τους μορφή τα ονόματα Ιωάννης, Ζαχαρίας, Ηλίας και Ιησούς έχουν ως συνθετικό τους το Τετραγράμματο σε συντετμημένη μορφή.
O Πάπυρος Νας, 2oς-1ος αιώνας ΠΚΧ.
Η εικόνα που παρουσιάζουν οι Εβραϊκές Γραφές για τη χρήση του Θεϊκού Ονόματος στον καθημερινό λόγο των αρχαίων Ισραηλιτών έχει επιβεβαιωθεί από τα όσα έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη. Επί παραδείγματι, κοντά στην Ιερουσαλήμ βρέθηκε μια εβραϊκή επιγραφή του 8ου αι. που αναγράφει: «Ο Ιεχωβά είναι ο Θεός όλης της γης». Του ίδιου αιώνα είναι μια πήλινη επιστολή από την περιοχή της Αράδ, στην οποία εύχεται ο αποστολέας στον παραλήπτη: «Είθε ο Ιεχωβά να ζητεί την ειρήνη σου». Συνολικά υπάρχουν δεκαεννιά περιπτώσεις όπου εμφανίζεται το τετραγράμματο στα αρχεία της Αράδ και αναμένεται να υπάρξουν και άλλες, σύμφωνα με το Θεολογικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης. Φημισμένες για την αναφορά τους στο όνομα του Θεού είναι οι πήλινες Επιστολές της Λαχείς, οι οποίες μάλλον γράφτηκαν από έναν Εβραίο συνοριοφύλακα κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Βαβυλωνίους. Από τα οχτώ αναγνώσιμα θραύσματα, τα επτά αρχίζουν με χαιρετισμό του αποστολέα που περιέχει το Τετραγράμματο. Όλα αυτά εξηγούν, με τη σειρά τους, το πώς οι γειτονικοί λαοί γνώριζαν το Όνομα του Θεού των Εβραίων. Συγκεκριμένα, το 1868 βρέθηκε μια πλάκα με κείμενο του Μωαβίτη Βασιλιά Mesha στο οποίο αναφέρει τις νίκες του επί των Ισραηλιτών και τη λαφυραγώγηση των ιερών «σκευών του Γιαχβέ». Τούτη η πλάκα, που είναι γνωστή κυρίως ως Μωαβιτική Λίθος, χρονολογείται στα μέσα του 9ου αι. π.Χ. Πρόσφατα ο J. Gertoux υποστήριξε, επιπλέον, ότι μια αιγυπτιακή τοιχογραφία του 14ου αι. π.Χ. φαίνεται να λέει ότι κάποιος νομαδικός λαός που ανήκει στον/στο “γεχουα” ήταν υποταγμένος στους Αιγυπτίους και ότι αυτό πιθανώς αναφέρεται στους Εβραίους και τον Θεό τους. Αν η εικασία του Gertoux επιβεβαιωθεί στο μέλλον και δεν πρόκειται απλώς για κάποιο τοπωνύμιο, όπως θεωρείται γενικά μέχρι σήμερα, αυτή θα είναι η αρχαιότερη διαθέσιμη εξωβιβλική μαρτυρία του Ονόματος.
Μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία
Τα πράγματα, ωστόσο, για τη χρήση του Θεϊκού Ονόματος, ειδικά στον προφορικό λόγο, επρόκειτο να αλλάξουν κάποια στιγμή μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα και την ολοκλήρωση των Εβραϊκών Γραφών. Όπως λέει ο Ντέιβιντ Κλάινς (David J.A. Clines): «Μεταξύ του πέμπτου και του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ., ο Θεός έπαθε ένα τρομερό ατύχημα: έχασε το όνομά του. Πιο συγκεκριμένα, οι Ιουδαίοι σταμάτησαν να χρησιμοποιούν το προσωπικό όνομα του Θεού, Γιαχβέ, και άρχισαν να αναφέρονται στον Γιαχβέ με διάφορες περιφράσεις: Θεός, ο Κύριος, το Όνομα, ο Άγιος, η Παρουσία, ακόμα και ο Τόπος. Ακόμα και εκεί που ήταν γραμμένο το όνομα Γιαχβέ στο Βιβλικό κείμενο, οι αναγνώστες πρόφεραν το όνομα ως Αδωνάι. Με την τελική πτώση του ναού, ακόμα και οι σπάνιες θρησκευτικές τελετές στις οποίες χρησιμοποιούνταν το όνομα έπαψαν• μάλιστα ξεχάστηκε ακόμα και η προφορά του ονόματος».
Η μείωση της χρήσης του Ονόματος, ιδιαίτερα στον προφορικό λόγο, σχετίζεται ιστορικά με την επέκταση του ελληνιστικού πολιτισμού, η οποία και δημιούργησε δύο ισχυρά ρεύματα. Στο πρώτο ρεύμα ανήκαν οι συντηρητικοί Ιουδαίοι που πίστευαν ότι υπήρχε κίνδυνος αλλοτρίωσης της θρησκευτικής και εθνικής τους ταυτότητας, και αυτοί αμύνθηκαν τηρώντας πιο σχολαστικά τον Νόμο του Μωυσή. Σε αυτό συμπεριελήφθη και η αυστηρότερη τήρηση της βιβλικής εντολής «δεν πρέπει να κάνεις κακή χρήση του ονόματος του Γιαχβέ, του Θεού σου», με αποτέλεσμα να περιοριστεί η προφορά του Ονόματος, ιδίως έξω από τον Ναό. Το Μισνά—αν και μεταγενέστερο έργο—δίνει κάποιες πληροφορίες για τις απόψεις που υπήρχαν όταν αυτό γράφτηκε. Συγκεκριμένα, το χωρίο Sotah 7:6 λέει: «Στον Ναό πρόφεραν το Όνομα όπως ήταν γραμμένο, άλλα στις επαρχίες χρησιμοποιούνταν μια υποκατάστατη λέξη». Από την άλλη μεριά, εθεωρείτο πρέπον το Όνομα να περιλαμβάνεται στους χαιρετισμούς. Ωστόσο, ανάμεσα στα αμαρτήματα που απέκλειαν κάποιον από τη ζωή του «μέλλοντος αιώνος» ήταν και η προφορά του Ονόματος. Το ότι πράγματι τον 1ο αιώνα υπήρχε η τάση αποφυγής της προφοράς του Θεϊκού Ονόματος τεκμηριώνεται από τα λεγόμενα του Εβραίου ιστορικού Ιώσηπου, που δηλώνει: «Τότε ο Θεός αποκάλυψε [στον Μωυσή] το όνομά Του, το οποίο μέχρι σήμερα δεν έχει φτάσει σε αφτιά ανθρώπων, και εγώ απαγορεύεται να το προφέρω».
Στο δεύτερο ρεύμα υπήρχαν οι Ιουδαίοι που τους ενδιέφερε να κηρύξουν ή και να διαδώσουν την πίστη τους στον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Η χρήση των γνωστών ελληνικών όρων «Θεός» ή «Κύριος» φαινόταν πιο πρακτική από ένα εβραϊκό όνομα που θα ανήγαγε τον Θεό της Βίβλου απλώς σε εθνικό ή φυλετικό Θεό των Ιουδαίων. Το ζήτημα, ωστόσο, δεν περιορίστηκε στον τρόπο έκφρασης της ιουδαϊκής πίστης στους Εθνικούς. Για μερικούς Εβραίους που είχαν γαλουχηθεί με την ελληνική φιλοσοφία, όπως τον Φίλωνα τον Αλεξανδρέα, η ιδέα ότι ο Θεός μπορεί να προσδιοριστεί με ένα όνομα φαινόταν ασυμβίβαστη με το ακατάληπτο της μεγαλειότητάς Του, θέση που τονιζόταν στον Πλατωνισμό και η οποία χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της προσέγγισης ιουδαϊσμού και ελληνισμού.
Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα και το Τετραγράμματο
Στα αρχαιότερα σωζόμενα σπαράγματα χειρογράφων της ελληνικής Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, τα οποία χρονολογούνται πριν από το 150 Κ.Χ. (ή ακόμη και το 250 Κ.Χ.), καταγράφεται το Τετραγράμματο είτε κατά κύριο λόγο με τους τέσσερις εβραϊκούς χαρακτήρες יהוה (ή την οπτική/σχηματική μεταφορά των τεσσάρων εβραϊκών γραμμάτων σε κάποια εξαπλικά χειρόγραφα ως ΠΙΠΙ) είτε με τη φωνητική μεταγραφή ΙΑΩ και δεν αντικαθίσταται με τίτλους όπως Κύριος και Θεός, πράγμα που συμβαίνει στα μεταγενέστερα αντίγραφα. Βάσει αυτού πιστεύεται ότι η Μετάφραση των Εβδομήκοντα παραποιήθηκε αρκετά νωρίς, ενώ έχει προταθεί η άποψη ότι η ολική χρήση της λέξηςκύριος αντί του Tετραγράμματου στο κείμενο της Μετάφρασης των Ο’ ήταν πρωτίστως έργο χριστιανών γραμματέων.
Αυτή η αλλαγή που παρατηρείται από τα αρχαιότερα προς τα νεότερα χειρόγραφα, η οποία καταλήγει τελικά στην αντικατάσταση του Τετραγράμματου με τον όρο Κύριος, αποτέλεσε απομάκρυνση από την αρχική μορφή του κειμένου της μετάφρασης των Εβδομήκοντα. Μάλιστα ο Ωριγένης, σχολιάζοντας το εδάφιο Ψαλμός 2:2, έγραψε για τη μετάφραση των Εβδομήκοντα: «Στα πιο ακριβή χειρόγραφα ΤΟ ΟΝΟΜΑ εμφανίζεται με εβραϊκούς χαρακτήρες, όχι όμως με σημερινούς εβραϊκούς [χαρακτήρες], αλλά με τους πιο αρχαίους». Παρόμοια άποψη διατυπώνει και ο Ιερώνυμος. Είναι σαφές ότι κατά τον Ωριγένη και τον Ιερώνυμο τα ελληνικά χειρόγραφα που περιείχαν το Τετραγράμματο με παλαιοεβραϊκούς χαρακτήρες ήταν τα καλύτερα αντίγραφα της μετάφρασης των Εβδομήκοντα. Μάλιστα, η μεταγραμματισμένη μορφή ΙΑΩ εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται τον 3ο αιώνα από Χριστιανούς και μη, όπως φανερώνεται επί παραδείγματι στα κείμενα του Ωριγένη αλλά και του ιστορικού Διόδωρου Σικελιώτη, ακόμη και κατά τον 6ο αιώνα, όπως φαίνεται από τον Μαρκαλιανό κώδικα (codex Marchalianus). Ο George Howard σχολιάζει ότι καθώς σε κανένα από τα προχριστιανικά αντίγραφα της μετάφρασης στων Εβδομήκοντα δεν μεταφράζεται το Τετραγράμματο ως Κύριος, «μπορούμε να πούμε πλέον με σχετική βεβαιότητα ότι επρόκειτο για ιουδαϊκή πρακτική πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο της Καινής Διαθήκης να γράφεται το θεϊκό όνομα με παλαιοεβραϊκούς ή τετράγωνους αραμαϊκούς χαρακτήρες ή με μεταγραφή απευθείας στο ελληνικό Βιβλικό κείμενο», γεγονός που «παρουσιάζει χτυπητή αντίθεση με τα χριστιανικά αντίγραφα της μετάφρασης τον Εβδομήκοντα και τις παραθέσεις από εκείνη στην Καινή Διαθήκη όπου μεταφράζει το Τετραγράμματο ως κύριος ή θεός».
Σε αντίθεση με την παραπάνω εκδοχή, έχει προταθεί από ερευνητές ότι η μετάφραση των Ο’ ξεκίνησε με τη χρήση του Κύριος από τα πρώτα της βήματα αντί του Τετραγράμματου, σε ένα ενδιάμεσο σταθμό αντικαταστάθηκε με τον παλαιστινιακό αρχαϊσμό του Τετραγράμματου με εβραϊκούς χαρακτήρες και πιθανώς ως τελευταίο στάδιο εμφανίστηκε η μορφή ΙΑΩ, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και από μεταγενέστερους συγγραφείς όπως ο Ωριγένης και ο Ιερώνυμος. Ο ισχυρισμός ότι οι προαναφερθέντες αρχαίοι συγγραφείς ισχυρίζονταν ότι οι Ο’ χρησιμοποιούσαν εξαρχής το Τετραγράμματο δεν γίνεται αποδεκτός από άλλους αφού θεωρείται πως οι αναφορές αυτές αφορούσαν μόνο τα χειρόγραφα που εκείνοι είχαν στα χέρια τους. Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το Κύριος δεν χρησιμοποιήθηκε μόνο ως υποκατάστατο ή μετάφραση του Τετραγράμματου αλλά και άλλων εβραϊκών τίτλων για τον Θεό και μάλιστα αποτέλεσε τη λέξη που κατ’ εξοχήν αντικατέστησε το θεϊκό όνομα. Όσον αφορά την φράση του Ωριγένη περί των αρχαιότερων χειρογράφων, ο Albert Pietersma προβάλει την άποψη ότι η φράση αυτή που αναφέρεται στα χειρόγραφα, δεν μας βεβαιώνει και για το γεγονός ότι ο Ωριγένης θεωρούσε επίσης αυθεντική και ακριβή τη χρήση του Τετραγράμματου.
Απόσπασμα από το κείμενο της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα των εδαφίων Αββακούμ 2:19, 20, στο οποίο περιέχεται το Τετραγράμματο όνομα του Θεού με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες.
Σύμφωνα με τον Bruce Metzger, οι αφοσιωμένοι ελληνιστές Ιουδαίοι γραμματείς είχαν τόσο ισχυρή επιθυμία να διατηρήσουν ανέπαφο το ιερό όνομα του Θεού ώστε όταν μετέφραζαν τις Εβραϊκές Γραφές στην Ελληνική αντέγραφαν ακριβώς τα τέσσερα γράμματα εν μέσω του ελληνικού κειμένου. Εντούτοις, δεν υπάρχει συμφωνία των ειδικών στο αν η όποια παρουσία του Τετραγράμματου στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα ήταν η αρχική πρακτική ή αν χρησιμοποιούνταν εξ αρχής το Κύριος και το Τετραγράμματο αποτελεί αρχαϊσμό της ρωμαϊκής εποχής ενώ αποτελεί γεγονός ότι παγιώθηκε μεταξύ των ελληνόφωνων Ιουδαίων η παράδοση ή συνήθεια να αντικαθιστούν κατά τη δημόσια ανάγνωση των Γραφών το Τετραγράμματο με τη λέξη Κύριος, ενώ οι εβραιόφωνοι αντίστοιχα με τη λέξηΑδωνάι (Κύριος). Επίσης, για κάποιους ερευνητές, οι απόψεις περί αντικατάστασης του Τετραγράμματου με το Κύριοςαπό χριστιανούς αντιγραφείς, δεν εξηγούν για ποιο λόγο δεν διόρθωσαν και τη λέξη “Δεσπότης” που χρησιμοποίησε ο Ιώσηπος, βάζοντας επίσης στη θέση του το Κύριος, μια που το δεσπότης αποδίδει το Τετραγράμματο μολονότι σπανιότατα στους Ο’ (εμφανίζεται μία μόνο φορά στο Ιερ. 15:11, και άλλες 20 φορές περίπου με τη μορφή“δέσποτα κύριε” ή κύριος ο δεσπότης), καθώς η αρχική επιλογή των μεταφραστών εικάζεται ότι ήταν το Κύριος αντί του δεσπότης που, όπως φαίνεται από τη χρήση του σε μεταγενέστερα έργα, αποτελεί παρείσφρηση της ελληνιστικής εποχής.
Είναι γεγονός ότι ενώ το Τετραγράμματο αποτελούσε για τους Ιουδαίους το υψηλό, άγιο και μεγαλειώδες όνομα του Θεού, σταδιακά οι Ιουδαίοι της Διασποράς άρχισαν να θεωρούν τον όρο Κύριος όχι απλά έναν τίτλο αλλά ένα πλήρες όνομα για τον Θεό. Εντούτοις, η λέξη Κύριος δεν αποτέλεσε συνώνυμο του Τετραγράμματου αλλά ένα «ερμηνευτικό ισοδύναμο» του θεϊκού ονόματος, έναν “τίτλο” που χρησιμοποιούταν για την «αναφορά στο Θεό χωρίς να ειπωθεί το όνομά Του». Αυτό συμβαίνει καθώς ο όρος κύριος είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται τόσο για τις ανθρώπινες εξουσίες όσο και για τον Θεό, σε αντίθεση με το Τετραγράμματο που αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στον Θεό. Στην Αγία Γραφή ο όρος κύριος χρησιμοποιείται αναφορικά με ψεύτικους θεούς, ανθρώπους που κατέχουν κάτι, σε ανθρώπους που έχουν εξουσία επάνω σε άλλους, στην κεφαλή της οικογένειας, κ.ο.κ.. Παρ’ όλ’ αυτά όμως, αν θεωρήσουμε ότι ο Απόστολος Παύλος ακολούθησε την παράδοση της Διασποράς και αφαίρεσε το Τετραγράμματο από τις παραθέσεις που το περιείχαν στις Εβραϊκές Γραφές, για εκείνον “το ‘Κύριος’ αποτελεί τη λέξη που χρησιμοποιεί για το εβραϊκό Γιαχβέ”, αν και κατά βάση χρησιμοποιεί στις επιστολές του τον όρο Κύριος αναφερόμενος στον Ιησού Χριστό.
Εντούτοις, οι ερευνητές διαφωνούν επί του ζητήματος και αρκετοί θεωρούν ότι το Κύριος αποτελούσε όντως θεϊκό όνομα. Η πρακτική, που επήλθε πρώτα από τους Ιουδαίους της Διασποράς, της αντικατάστασης του Τετραγράμματου με τον όρο Κύριος γίνεται φανερή στα έργα του Φίλωνα, του Ιώσηπου, και του βιβλίου της Σοφίας Σολομώντος τα οποία δεν κάνουν χρήση του εβραϊκού Τετραγράμματου αλλά χρησιμοποιούν στη θέση του τους όρους Κύριος ή Δεσπότης.
Στη συλλογή των Παπύρων Φουάντ της μετάφρασης των Εβδομήκοντα το θείο όνομα εμφανίζεται στο βιβλίο του Δευτερονομίου σε διάφορα σημεία, γραμμένο με τετράγωνους εβραϊκούς χαρακτήρες μέσα στο ελληνικό κείμενο. Είναι ενδιαφέρον ότι το Τετραγράμματο εμφανίζεται και στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα την οποία περιέχει το εξάστηλο έργο του Ωριγένη Εξαπλά, που ολοκληρώθηκε γύρω στο 245 ΚΧ. Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Αγία Γραφής σχολιάζει αναφορικά με την ελληνική μετάφραση του Ακύλα της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία χρονολογείται στις αρχές του 2ου αιώνα Κ.Χ., ότι «το Θεϊκό Όνομα (το Tετραγράμματο, ΓΧΒΧ) δεν μεταφράστηκε αλλά είναι γραμμένο με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες». Σχετικά με το ζήτημα αυτό, το Νέο Διεθνές Λεξικό της Θεολογίας της Καινής Διαθήκης (The New International Dictionary of New Testament Theology) αναφέρει στο λήμμα “Κύριος” αναφορικά με τη χρήση του στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο’) της Παλαιάς Διαθήκης: «Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων (περίπου 6.156), όμως, η λέξη κύριος αντικαθιστά το εβραϊκό κύριο όνομα του Θεού, το τετραγράμματο ΓΧΒΧ. Έτσι, η Μετάφραση των Ο’ ενίσχυσε την τάση να αποφεύγεται η προφορά του ονόματος του Θεού και τελικά να αποφεύγεται εντελώς η χρήση του».
Όσον αφορά τις παραθέσεις της Παλαιάς Διαθήκης που βρίσκονται στα σωζόμενα χειρόγραφα του κειμένου της Καινής Διαθήκης, και το κατά πόσο τα αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα κατά την περίοδο της συγγραφής της Καινής Διαθήκης περιείχαν το Τετραγράμματο ή όχι αποτελεί «υπερβολικά πολύπλοκο» ζήτημα, το οποίο μακράν απέχει από την οριστική διευκρίνησή του. Κάποιοι λόγιοι, όπως ο George Howard, θεωρούν ότι στα πρωτότυπα αυτόγραφα της Καινής Διαθήκης οι θεόπνευστοι συγγραφείς τους περιέλαβαν το θεϊκό όνομα. Αρκετοί όμως μελετητές ασκούν κριτική στις απόψεις αυτές.
Αν και έχει διασωθεί μέρος του Τετραγράμματου, όχι ως αυτούσιο το όνομα του θεού, αλλά μέσα σε μεταγραφές εβραϊκών ονομάτων όπως «Ιησούς», «Ιωάννης» ή «Βαρ-ιησούς» και σε όρους όπως «Αλληλούια», ο οποίος θεωρείται ότι παρατίθεται στην Καινή Διαθήκη και μεταφρασμένος ως “αινείτε τον Θεόν”, εντούτοις είναι γεγονός ότι το Τετραγράμματο δεν εμφανίζεται σε κανένα από τα υπάρχοντα χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης, σε οποιαδήποτε μορφή, σε οποιοδήποτε σημείο του κειμένου της.
Σχετικά: